- καθυπερτερία
- καθυπερτερ-ία, ἡ,A = καθυπερτέρησις, Cat. Cod.Astr.4.6.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
καθυπερτερία — καθυπερτερία, ἡ (Α) [καθυπέρτερος] καθυπερτέρηση … Dictionary of Greek